ἀπερίκοπος
Ετυμολογία
επεξεργασία- ἀπερίκοπος < ἀ- στερητικό + περίκοπος (< αρχαία ελληνική περικόπτω)
Επίθετο
επεξεργασίαἀπερίκοπος
- (για τόπο) αδιάβατος, δυσπρόσιτος
- παράμερος, απόμακρος
- ※ 15ος αιώνας, Μαρίνος Φαλιέρος, Ιστορία και όνειρο, στίχ. 179 (176-180) @georgakas.lit.auth.gr
- Μὲ τῶν ἀστέρων τὴν φωτιὰ ἔπαιρνα σὰν θαράπιο
κι ἐδῶ κι ἐκεῖ παγαίνοντας μὲ τὴν πιδεξιοσύνη
μὲ κόπον ἀποσώσαμε καὶ μὲ ἀγαλοσύνη
εἰς θύραν ἀπερίκοπην, παλιὰ καὶ ἀραχνιασμένη,
πολλὰ στριφνιὰ καὶ δυνατὰ ὁπού ’τον σφαλισμένη.
- Μὲ τῶν ἀστέρων τὴν φωτιὰ ἔπαιρνα σὰν θαράπιο
- ※ 15ος αιώνας, Μαρίνος Φαλιέρος, Ιστορία και όνειρο, στίχ. 179 (176-180) @georgakas.lit.auth.gr
- ανεμπόδιστος, αδιάκοπος
Κλιτικοί τύποι
επεξεργασία- ἀπερίκοπην (αιτιατική ενικού θηλυκού γένους)
Συγγενικά
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἀπερίκοπος - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- σελ.349, Τόμος 2 & προσθήκες βελτιώσεις: ἀπερίκοπος σελ.254, Τόμος 10 - Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
- ἀπερίκοπος - LBG - Trapp, Erich, et al. (1994–2007) Lexikon zur byzantinischen Gräzität besonders des 9.-12. Jahrhunderts (Λεξικό της Βυζαντινής Ελληνικής, ιδίως για τον 9ο-12ο αιώνα), Verlag der Österreichischen Akademie der Wissenschaften (Έκδοση της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών)
- Δημώδης Γραμματεία στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2015. Από τον Διγενή Ακρίτη (12ος αιώνας) έως την πτώση της Κρήτης (1669)