Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀγχοῦ < θέμα ἀγχο- για το οποίο δείτε το συνώνυμο ἄγχι & το ρήμα ἄγχω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *h₂enǵʰ-

  Επίρρημα

επεξεργασία

ἀγχοῦ, υπερθετικός: ἀγχοτάτω/ἀγχότατα

  Πρόθεση

επεξεργασία

ἀγχοῦ

  • (+ γενική ή δοτική) κοντά σε
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 9.2
    κεῖται δὲ ἀγχοῦ τῆς ἐσόδου θρόνος· ἐπὶ τοῦτον τῶν ἱματίων κατὰ ἓν ἕκαστον ἐκδύνουσα θήσει καὶ κατ᾽ ἡσυχίην πολλὴν παρέξει τοι θεήσασθαι.
    Βρίσκεται κοντά στην είσοδο ένα θρονί· πάνω σ᾽ αυτό βγάζοντας ένα προς ένα τα ρούχα της θα τα αποθέσει, και θα μπορέσεις με όλη σου την ησυχία να τη θαυμάσεις.
    Μετάφραση (1964): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 4 (Μελπομένη), 195.3
    ἐσχέουσι δὲ ἐς λάκκον ὀρωρυγμένον ἀγχοῦ τῆς λίμνης·
    τη ρίχνουν λοιπόν σε λάκκο που έχουν σκάψει κοντά στη λίμνη·
    Μετάφραση (1992): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    5ος πκε αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 3 (Θάλεια), 85.3
    ὡς ἐγίνετο ἡ νύξ, τῶν θηλέων ἵππων μίαν, τὴν ὁ Δαρείου ἵππος ἔστεργε μάλιστα, ταύτην ἀγαγὼν ἐς τὸ προάστιον κατέδησε καὶ ἐπήγαγε τὸν Δαρείου ἵππον καὶ τὰ μὲν πολλὰ περιῆγε ἀγχοῦ τῇ ἵππῳ, ἐγχρίμπτων τῇ θηλέῃ, τέλος δὲ ἐπῆκε ὀχεῦσαι τὸν ἵππον.
    μόλις νύχτωσε, πήρε μια από τις φοράδες, που το άλογο του Δαρείου πολύ την ορεγόταν, την πήγε στο προάστιο και την έδεσε· ύστερα έφερε εκεί και το άλογο του Δαρείου και το έβαλε να γυροφέρει τη φοράδα πολλές φορές, κοντά κοντά, ώστε να τρίβεται πάνω στη θηλυκιά, και τέλος άφησε το άλογο να τη βατέψει.
    Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr

Συγγενικά

επεξεργασία