ψυχοακουστική
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | ψυχοακουστική | ||
γενική | της | ψυχοακουστικής | ||
αιτιατική | την | ψυχοακουστική | ||
κλητική | ψυχοακουστική | |||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαψυχοακουστική θηλυκό στον ενικό
- (ακουστική, ψυχολογία) κλάδος της ακουστικής και της ψυχοφυσικής που μελετάει τον υποκειμενικό τρόπο με τον οποίο ακούμε τους ήχους (της ομιλίας και της μουσικής)
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία ψυχοακουστική
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαψυχοακουστική
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του ψυχοακουστικός