φῶξις
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | φῶξῐς | αἱ | φώξεις | ||||
γενική | τῆς | φώξεως | τῶν | φώξεων | ||||
δοτική | τῇ | φώξει | ταῖς | φώξεσῐ(ν) | ||||
αιτιατική | τὴν | φῶξῐν | τὰς | φώξεις | ||||
κλητική ὦ! | φῶξῐ | φώξεις | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | φώξει | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | φωξέοιν | ||||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πόλις' όπως «πόλις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- φῶξις (ελληνιστική κοινή) < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαφῶξις, -εως θηλυκό (ελληνιστική κοινή)
Πηγές
επεξεργασία- φῶξις - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.