Ετυμολογία

επεξεργασία
φιλοσοφική λίθος < λείπει η ετυμολογία

  Πολυλεκτικός όρος

επεξεργασία

φιλοσοφική λίθος θηλυκό

  1. υποθετική ουσία της οποίας η παραγωγή αποτελούσε τον στόχο της αλχημείας και η οποία θα εξασφάλιζε στον κάτοχό της την αιώνια ζωή, την απόλυτη γνώση και τη δυνατότητα να μετατρέπει σε χρυσό οποιοδήποτε μέταλλο
  2. (μεταφορικά) λέγεται για κάτι που αναζητά κανείς επίμονα στη ζωή του χωρίς ποτέ να μπορεί να πετύχει

  Μεταφράσεις

επεξεργασία