Ετυμολογία

επεξεργασία
τετραγωνίζω < αρχαία ελληνική τετραγωνίζω

τετραγωνίζω (παθητική φωνή: τετραγωνίζομαι)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία