Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

συν γυναιξί και τέκνοις < (καθαρεύουσα ) σύν, γυναιξί καὶ τέκνοις (δοτική πληθυντικού του γυνή και του τέκνον) → δείτε τις λέξεις συν, γυναίκα και τέκνο • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Έκφραση επεξεργασία

συν γυναιξί και τέκνοις