Ετυμολογία

επεξεργασία
σαράντα < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική σαράκοντα < αρχαία ελληνική τεσσαράκοντα (Με αποκοπή της πρώτης συλλαβής, η οποία το Μεσαίωνα θεωρήθηκε άρθρο: τές σαράκοντα, ενώ η αποβολή της συλλαβής -κο- απαντά σε πολλά αριθμητικά, λ.χ. τριάκοντα - τριάντα, ἑξήκοντα - ἑξῆντα κτλ.)
ΔΦΑ : /saˈɾan.da/ και σε γρήγορο λόγο
τυπογραφικός συλλαβισμός: σαράντα

Αριθμητικό

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

σαράντα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό άκλιτο

  • το μνημόσυνο που γίνεται στις σαράντα μέρες μετά το θάνατο κάποιου
      αύριο είναι τα σαράντα του μακαρίτη