Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία 1 επεξεργασία

πρωτοχρονιάτικα < πρωτοχρονιάτικ(ος) +

  Επίρρημα επεξεργασία

πρωτοχρονιάτικα

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Ετυμολογία 2 επεξεργασία

πρωτοχρονιάτικα : κλιτικοί τύποι

  Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία

πρωτοχρονιάτικα

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

πρωτοχρονιάτικα ουδέτερο