πούλβερη
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | πούλβερη | ||
γενική | της | πούλβερης | ||
αιτιατική | την | πούλβερη | ||
κλητική | πούλβερη | |||
Κατηγορία όπως «σκόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ουσιαστικό επεξεργασία
πούλβερη θηλυκό
- άλλη μορφή του μπούρμπερη