Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πάλλομαι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
πάλλομαι
<
πάλλω
<
αρχαία ελληνική
πάλλω
<
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή
*
pelh₂
-
Ρήμα
επεξεργασία
πάλλομαι
δονούμαι
ρυθμικά
,
σείομαι
,
τρέμω
,
σπαρταρώ
,
ασθμαίνω
Συγγενικά
επεξεργασία
παλμός
παλεύω
πόλεμος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πάλλομαι
αγγλικά
:
vibrate
(en)
·
ρυθμικά και ηχηρά
:
throb
(en)
γαλλικά
:
vibrer
(fr)