vibrate
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | vibrate |
γ΄ ενικό ενεστώτα | vibrates |
αόριστος | vibrated |
παθητική μετοχή | vibrated |
ενεργητική μετοχή | vibrating |
Ρήμα
επεξεργασίαvibrate (en)
ενεστώτας | vibrate |
γ΄ ενικό ενεστώτα | vibrates |
αόριστος | vibrated |
παθητική μετοχή | vibrated |
ενεργητική μετοχή | vibrating |
vibrate (en)