οποιοσδήποτε
Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- οποιοσδήποτε < αρχαία ελληνική φράση ὁποῖος δήποτε (κάποιος κάποτε). Συγχρονικά αναλύεται σε όποιος + -δήποτε[1]
ΠροφοράΕπεξεργασία
- ΔΦΑ : /o.pçozˈði.po.te/
ΑντωνυμίαΕπεξεργασία
οποιοσδήποτε
- (σε θέση επιθέτου ή ουσιαστικού) όποιος τυχόν, ο καθένας, όλοι (δηλώνει αοριστία)
- οποιαδήποτε μέρα, οποιαδήποτε ώρα, μπορώ να κάνω οποιαδήποτε εργασία σε οποιοδήποτε μέρος της Ελλάδας
- + άρθρο (σε θέση επιθέτου) όποιος, ένας τυχαίος, τυχών (δήλωση αοριστίας με έμφαση ή αδιαφορίας)
- έστω ένα οποιοδήποτε παραλληλόγραμμο ΑΒΓΔ...
- + άρθρο (ουσιαστικοποιημένο, μειωτικό) ο καθένας, ο πρώτος τυχών
- Πρόσεξε πώς του μιλάς! Δεν είναι δα και ο οποιοσδήποτε!
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
οποιοσδήποτε
Επεξεργασία
- ↑ οποιοσδήποτε - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής. (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη. Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.