Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

οδηγός συσκευής → δείτε τις λέξεις οδηγός και συσκευή, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική device driver

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

οδηγός συσκευής (πληθυντικός προγράμματα οδήγησης)

Συνώνυμα επεξεργασία

Υπερώνυμα επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία