νοτιοανατολικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕτυμολογία 1
επεξεργασία- νοτιοανατολικά < νοτιοανατολικ(ός) + -ά
Επίρρημα
επεξεργασίανοτιοανατολικά
- κατεύθυνση νότια και ανατολικά (+ γενική)
- ⮡ το Σούνιο βρίσκεται νοτιοανατολικά της Αθήνας
- ⮡ το αεροπλάνο κατευθύνεται νοτιοανατολικά
Δείτε επίσης
επεξεργασία- ΝΑ (συντομογραφία)
Μεταφράσεις
επεξεργασία νοτιοανατολικά
Ετυμολογία 2
επεξεργασία- νοτιοανατολικά: κλιτικός τύπος
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίανοτιοανατολικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του νοτιοανατολικός