νον πέιπερ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- νον πέιπερ < αγγλική non-paper < non + paper < παλαιά γαλλικά papier < λατινική papyrus < αρχαία ελληνική πάπυρος (αντιδάνειο)
Ουσιαστικό
επεξεργασίανον πέιπερ ουδέτερο άκλιτο
- σημείωμα ή έγγραφο που διακινείται ανεπίσημα σε περιορισμένο κοινό και δεν ανακοινώνεται ούτε κοινοποιείται σε τρίτους (ή αν ανακοινωθεί / διαρρεύσει, παραμένει ο ανεπίσημος χαρακτήρας του)
- ※ ΦΩΤΙΕΣ άναψε στη N.Δ. ανώνυμο νον πέιπερ που κυκλοφόρησε στα δημοσιογραφικά γραφεία χθες - παραμονές της συνεδρίασης της Κεντρικής Επιτροπής η οποία θα αναδείξει τον διάδοχο του Βαγγέλη Μεϊμαράκη στο αξίωμα του γραμματέα του κόμματος (Γαλάζιο νον πέιπερ κατά Nτόρας, εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, [1])
- ※ Κατά τα λοιπά, ουδεμία έκπληξη: Η απάντηση του κάθε Χι αρχηγού στην ομιλία τού κάθε Ψι κυκλοφορεί σε νον πέιπερ αρκετά πριν μιλήσει ο Ψι (Αυτοσκοπός και σκοπός, Η Καθημερινή, 17/02/2022, [2])