Ετυμολογία

επεξεργασία
ανεπίσημα < ανεπίσημος +

  Επίρρημα

επεξεργασία

ανεπίσημα

  • του έκανε την παρατήρηση ανεπίσημα γιατί αν του έκανε αναφορά στο υπουργείο, ίσως και να απολυόταν αμέσως
  • η συζήτηση έγινε ανεπίσημα σε επίπεδο προξένων, χωρίς όμως να κρατηθούν πρακτικά

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

ανεπίσημα