μίσα
Ετυμολογία
επεξεργασία- μίσα< (άμεσο δάνειο) υστερολατινική missa, θηλυκό του missus, μετοχή παθητικού παρακειμένου του ρήματος mitto
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμίσα θηλυκό
- φυγή
- απόλυση (λειτουργίας)
- ※ 10ος αιώνας - ⌘ Κωνσταντῖνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος (905‑959) Περὶ τῆς βασιλείου τάξεως (Περὶ τελετῶν) Constantini Porphyrogeniti Imperatoris De Ceremoniis Aulae Byzantinae. Επιμ. Johann Jakob Reiske. Βόννη: Weber, 1829
- Καὶ μετὰ τὸ ἐξελθεῖν τοὺς ἀνθρώπους αὐτῶν τότε καὶ αὐτοῖς τοῖς πρεσβευταῖς δίδωσιν ὅσα ἐκέλευσεν εὐτρεπισθῆναι εἰς λόγον αὐτῶν, καὶ δέχονται αὐτὸν οἱ σιλεντιάριοι, καὶ ἐγείρεται ὁ βασιλεὺς, καὶ ἐὰν μὴ ὦσιν πατρίκιοι, προσκυνοῦσιν αὐτὸν, καὶ συντάττονται, εἰ μὲν ἐν τῷ μικρῷ κάθηται κονσιστωρίῳ, ἐμπρὸς τῶν πορφυρῶν βάθρων ἐν τῷ θερινῷ κονσιστωρίῳ· εἰ δὲ ἐν τῷ μεγάλῳ κονσιστωρίῳ κάθηται, ἄνω πρὸ τῆς θύρας τῶν δευτέρων, καὶ κατέρχονται, καὶ μίσας ποιοῦσι. τὰ δὲ γράμματα τοῦ βασιλέως λαμβάνει ὁ μάγιστρος, καὶ ἔρχονται καὶ συντάττονται αὐτῷ, καὶ δίδωσιν αὐτά.
- ※ 10ος αιώνας - ⌘ Κωνσταντῖνος Ζ΄ Πορφυρογέννητος (905‑959) Περὶ τῆς βασιλείου τάξεως (Περὶ τελετῶν) Constantini Porphyrogeniti Imperatoris De Ceremoniis Aulae Byzantinae. Επιμ. Johann Jakob Reiske. Βόννη: Weber, 1829