Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λουτρ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
λουτρό
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
λουτρ
< (
άμεσο δάνειο
)
γαλλική
loutre
<
λατινική
lutra
<
luo
<
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα
*luo (
πλένω
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λουτρ
ουδέτερο
άκλιτο
γούνα
από
δέρμα
βίδρας
Συγγενικά
επεξεργασία
λούτρινος
→
δείτε
τη λέξη
λούζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λουτρ
αγγλικά
:
nutria
(en)
,
otter
(en)