Ετυμολογία

επεξεργασία
κινητοποιώ < κινητός + ποιώ

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ci.ni.to.piˈo/

κινητοποιώ

τα πολιτικά κόμματα κινητοποιούν όλες τις οργανωμένες δυνάμεις τους ενόψει των εκλογών

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία