Ετυμολογία

επεξεργασία
κητοειδή < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου κητοειδής

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κητοειδή ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

κητοειδή

  Αναφορές

επεξεργασία