Ετυμολογία

επεξεργασία
καλοκαρδίζω < μεσαιωνική ελληνική καλοκαρδίζω < καλόκαρδος

καλοκαρδίζω (παθητική φωνή: καλοκαρδίζομαι)

Αντώνυμα

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία