Ετυμολογία

επεξεργασία
εν συντομία < (καθαρεύουσα ) ἐν συντομίᾳ (δοτική ενικού του συντομία)  δείτε τις λέξεις εν και συντομία  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

εν συντομία

Συνώνυμα

επεξεργασία

Αντώνυμα

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία