Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

γυμνάσια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  1. ασκήσεις τμήματος ή όλου του στρατού σε εξωτερικό χώρο
  2. (οικείο) (μεταφορικά) ταλαιπωρίες, βάσανα

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία