Ετυμολογία

επεξεργασία
γυμνάσια < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ʝiˈmna.si.a/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

γυμνάσια ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  1. ασκήσεις τμήματος ή όλου του στρατού σε εξωτερικό χώρο
  2. (οικείο) (μεταφορικά) ταλαιπωρίες, βάσανα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

γυμνάσια ουδέτερο

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του γυμνάσιο