Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γραπώνω < από το ιταλικό grappare

  Ρήμα επεξεργασία

γραπώνω

  1. πιάνω με απότομη κίνηση του χεριού
  2. τσακώνω

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία