Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
ένα πιάτο με σούπα γκασπάτσο

  Ετυμολογία επεξεργασία

γκασπάτσο < (άμεσο δάνειο) ισπανική gazpacho

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γκασπάτσο ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία