Φαλάσαρνα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Φαλάσαρνα | ||
γενική | της | Φαλάσαρνας | ||
αιτιατική | τη | Φαλάσαρνα | ||
κλητική | Φαλάσαρνα | |||
Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Φαλάσαρνα < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΦαλάσαρνα θηλυκό, μόνο στον ενικό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Φαλάσαρνα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία Φαλάσαρνα
|