Τείχιον
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | Τείχιον | ||
γενική | τοῦ | Τειχίου | ||
δοτική | τῷ | Τειχίῳ | ||
αιτιατική | τὸ | Τείχιον | ||
κλητική ὦ! | Τείχιον | |||
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Τείχιον < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Τείχιον ουδέτερο, μόνο στον ενικό
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Τείχιο (νέα ελληνικά)
Πηγές επεξεργασία
- Τείχιον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.