Στεφάνι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /steˈfa.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Στε‐φά‐νι
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- Στεφάνι < καθαρεύουσα Στεφάνιον. → δείτε και τη λέξη στεφάνι.
Κύριο όνομα επεξεργασία
Στεφάνι ουδέτερο
Συγγενικά επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
- Στεφάνι < (μεταγραφή) αλβανική Stefani και από άλλες γλώσσες, όπως αγγλικά (και με ιταλική προέλευση)
Μεταγραφή επεξεργασία
Στεφάνι αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο
Δείτε επίσης επεξεργασία
- Σιμόν Στεφάνι (Simon Stefani) στη Βικιπαίδεια (1929-2000), Αλβανός πολιτικός, εν μέρει ελληνικής καταγωγής
- Γκουέν Στεφάνι (Gwen Stefani) στη Βικιπαίδεια (γενν. 1969), Αμερικανίδα τραγουδίστρια, ιταλικής καταγωγής