Δείτε επίσης: σαρακοστή

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Σαρακοστή
      γενική της Σαρακοστής
    αιτιατική τη Σαρακοστή
     κλητική Σαρακοστή
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Σαρακοστή < Μεγάλη Σαρακοστή

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Σαρακοστή θηλυκό

Εκφράσεις επεξεργασία

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία