Πολυνίκη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Πολυνίκη | ||
γενική | της | Πολυνίκης | ||
αιτιατική | την | Πολυνίκη | ||
κλητική | Πολυνίκη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Πολυνίκη < Πολυνίκ(ης) + -η
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΠολυνίκη θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία Πολυνίκη
|