μολώχ
(Ανακατεύθυνση από Μολώχ)
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μολώχ < αγγλική moloch < υστερολατινική Moloch < ελληνιστική κοινή Μολώχ (αντιδάνειο) < εβραϊκή מלך (mélekh) < ρίζα מ־ל־ך < πρωτοσημιτική *malk- (πρίγκιπας, βασιλιάς)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμολώχ αρσενικό άκλιτο
- (μεταφορικά) υποτιθέμενη θεότητα θανάτου και καταστροφής
- Θυσία στο Μολώχ της ασφάλτου: 1.600 νεκροί & 20.000 τραυματίες μέσα σε ένα χρόνο! (*)
Μεταφράσεις
επεξεργασία μολώχ
|