Μαλάκκα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Μαλάκκα | ||
γενική | της | Μαλάκκας | ||
αιτιατική | τη | Μαλάκκα | ||
κλητική | Μαλάκκα | |||
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μαλάκκα < μαλαϊκά Melaka
Κύριο όνομα επεξεργασία
Μαλάκκα θηλυκό