Μαιῶται
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Μαιῶται < πληθυντικός του Μαιώτης
Ουσιαστικό επεξεργασία
Μαιῶται αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (εθνικό όνομα) φυλή Σκύθων στα βόρεια της Μαύρης Θάλασσας
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη Μαιώτης
Πηγές επεξεργασία
- Μαιῶται - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.