Ινώ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Ινώ | ||
γενική | της | Ινώς & Ινούς | ||
αιτιατική | την | Ινώ | ||
κλητική | Ινώ | |||
Η γενική ενικού -ούς είναι λόγια, αρχαιόπρεπη. | ||||
Κατηγορία όπως «ηχώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ινώ < αρχαία ελληνική Ἰνώ
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΙνώ θηλυκό
Δείτε επίσης
επεξεργασία- Ινώ στη Βικιπαίδεια