Δείτε επίσης: Ἡγησώ

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Ηγησώ
      γενική της Ηγησώς
Ηγησούς
    αιτιατική την Ηγησώ
     κλητική Ηγησώ
Η γενική ενικού -ούς είναι λόγια, αρχαιόπρεπη.
Κατηγορία όπως «ηχώ» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ηγησώ < αρχαία ελληνική Ἡγησώ

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ηγησώ θηλυκό