ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οἱ Βουτάδαι
      γενική τῶν Βουταδῶν
      δοτική τοῖς Βουτάδαις
    αιτιατική τοὺς Βουτάδᾱς
     κλητική ! Βουτάδαι
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'Ἀτρείδης', Κατηγορία 'Κρονίδης' όπως «Κρονίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Βουτάδαι < πληθυντικός αριθμός του Βουτάδης < Βούτης

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βουτάδαι αρσενικό στον πληθυντικό

Συγγενικά

επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη Βούτης