verb
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
verb | verbs |
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
verb (en)
- (γραμματική) το ρήμα
Εσθονικά (et)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
verb (et)
- το ρήμα
Καταλανικά (ca)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
verb (ca)
- το ρήμα
Ρουμανικά (ro)Επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική-αιτιατική | verb | verbe |
έναρθρο | verbul | verbele |
δοτική-αιτιατική | verbului | verbelor |
κλητική | verbule | verbelor |
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
verb (ro) ουδέτερο
- (γραμματική) το ρήμα
Επεξεργασία
Σουηδικά (sv)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
verb (sv) ουδέτερο
- το ρήμα