Διαγλωσσικοί όροιΕπεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

varia lectio < (λόγιο δάνειο) νεολατινική varia lectio < (λατινική) varia, θηλυκό του varius (διαφορετικός) & lectiō (ανάγνωση) < lego (διαβάζω)

  Πολυλεκτικός όροςΕπεξεργασία

varia lectio συντομογραφία

Άλλες μορφέςΕπεξεργασία

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  ΑναφορέςΕπεξεργασία

  1. Πίναξ συντετμημένων λέξεων - Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964). Μέγα λεξικόν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης. Αθήνα: Ελληνική Παιδεία. Α΄ έκδοση: 1930-1950. 



Λατινικά (la)Επεξεργασία

  Πολυλεκτικός όροςΕπεξεργασία

varia lectio (νεολατινικά)

Άλλες μορφέςΕπεξεργασία

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία