underpaid
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | underpaid |
συγκριτικός | more underpaid |
υπερθετικός | most underpaid |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˌʌn.dəˈpeɪd/ (βρετανικό)
- ΔΦΑ : /ˌʌn.dɚˈpeɪd/ (ΗΠΑ)
Επίθετο
επεξεργασίαunderpaid (en)
Αντώνυμα
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαunderpaid (en)
Πηγές
επεξεργασία- underpaid - Cambridge Dictionary online