• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

un-

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Πρόθημα
  • 2 Γερμανικά (de)
    • 2.1 Πρόθημα

Αγγλικά (en) Επεξεργασία

  ΠρόθημαΕπεξεργασία

un- (en)

  • στερητικό μόριο (αντίστοιχο με τα α-, αν-, αντι-, ξε-, μη)
uneducated — απαίδευτος
unattractive — μη ελκυστικός
unconstitutional — αντισυνταγματικός
undress - ξεντύνομαι


Γερμανικά (de) Επεξεργασία

  ΠρόθημαΕπεξεργασία

un- (de)

  • στερητικό μόριο (αντίστοιχο με τα α-, (αν-), αντι- (ανθ-), ξε-
ungebildet — αμόρφωτος
unbrauchbar — άχρηστος
unelastisch — ανελαστικός
unsportlich — αντιαθλητικός
unhygienisch — ανθυγιεινός
unbekümmert — ξένοιαστος
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=un-&oldid=3924901"
Τελευταία επεξεργασία στις 24 Μαΐου 2017, στις 17:00

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 24 Μαΐου 2017, στις 17:00.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie