Άνοιγμα κυρίου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Είσοδος
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
un-
Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Πρόθημα
2
Γερμανικά (de)
2.1
Πρόθημα
Αγγλικά (en)
Επεξεργασία
Πρόθημα
Επεξεργασία
un-
(en)
στερητικό μόριο (αντίστοιχο με τα
α-
,
αν-
,
αντι-
,
ξε-
,
μη
)
un
educated
—
α
παίδευτος
un
attractive
—
μη
ελκυστικός
un
constitutional
—
αντι
συνταγματικός
un
dress
-
ξε
ντύνομαι
Γερμανικά (de)
Επεξεργασία
Πρόθημα
Επεξεργασία
un-
(de)
στερητικό μόριο (αντίστοιχο με τα
α-
, (
αν-
),
αντι-
(
ανθ-
),
ξε-
un
gebildet
—
α
μόρφωτος
un
brauchbar
—
ά
χρηστος
un
elastisch
—
αν
ελαστικός
un
sportlich
—
αντι
αθλητικός
un
hygienisch
—
ανθ
υγιεινός
un
bekümmert
—
ξέ
νοιαστος