ενεστώτας transcribe
γ΄ ενικό ενεστώτα transcribes
αόριστος transcribed
παθητική μετοχή transcribed
ενεργητική μετοχή transcribing

transcribe (en)

  1. μεταγράφω
    ⮡  I transcribe a piano piece for the violin
    Μεταγράφω ένα κομμάτι του πιάνου για βιολί
     συνώνυμα: transliterate
  2. καταγράφω ομιλία, απομαγνητοφωνώ
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη write

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 543. ISBN 9780194325684. , λήμμα: μεταγράφω