terme
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
terme | termes |
terme (fr) αρσενικό
όριο
- το τοπικό όριο
- το χρονικό όριο, η λήξη
- η ημερομηνία πληρωμής
λέξη
άγαλμα
ενικός | πληθυντικός |
terme | termes |
terme (fr) αρσενικό
όριο
λέξη
άγαλμα