terminologique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /tɛʁ.mi.nɔ.lɔ.ʒik/
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
terminologique | terminologiques |
terminologique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
terminologique | terminologiques |
terminologique (fr) αρσενικό ή θηλυκό