παραθετικά
θετικός tasty
συγκριτικός tastier
υπερθετικός tastiest

  Ετυμολογία

επεξεργασία
tasty < taste + -y

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

tasty (en)

  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 591. ISBN 9780194325684. , λήμμα: νόστιμος