sit back
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | sit back |
γ΄ ενικό ενεστώτα | sits back |
αόριστος | sat back |
παθητική μετοχή | sat back |
ενεργητική μετοχή | sitting back |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαsit back (en)
Πηγές
επεξεργασία- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 598. ISBN 9780194325684., λήμμα: ξαπλώνω