Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ρήμα επεξεργασία

résoudre (fr)

  1. (μεταβατικό) λύνω, επιλύω
  2. (pronominal: αντωνυμικό) αποφασίζω
     συνώνυμα: se décider, se déterminer

Εκφράσεις επεξεργασία

  • se résoudre à: παίρνω την απόφαση να κάνω κάτι, μη μπορώντας να κάνω διαφορετικά

Συγγενικά επεξεργασία