διαφορετικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαδιαφορετικά < διαφορετικός
Επίρρημα
επεξεργασίαδιαφορετικά
- σε διαφορετική περίπτωση
- με διαφορετικό τρόπο
Συνώνυμα
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαδιαφορετικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του διαφορετικό