Ετυμολογία

επεξεργασία
otherwise < other + -wise

  Επίρρημα

επεξεργασία

otherwise (en) (χωρίς παραθετικά)

  1. ειδάλλως, αλλιώς, χρησιμοποιείται για να δηλώσει ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα αν κάτι δεν συνέβαινε ή αν η κατάσταση ήταν διαφορετική
    ⮡  Be quick, otherwise you will miss the train.
    Κάνε γρήγορα, ειδάλλως θα χάσεις το τρένο.
    ⮡  Get up now, otherwise you will be late.
    Σήκω τώρα, αλλιώς θ' αργήσεις.
    ⮡  You will pay me what you owe me, otherwise we’ll have a messy resolution.
    Θα μου πληρώσεις ό,τι μου χρωστάς· αλλιώς θα έχουμε κακά ξεμπερδέματα.
    ⮡  If he wants to come, great; otherwise, we’ll start by ourselves.
    Αν θέλει νά ΄ρθει, καλώς· αλλιώς ξεκινάμε μόνοι μας.
     συνώνυμα:  before, else, or και or else
  2. κατά τα άλλα, εκτός από
    ⮡  The first point was incorrect, otherwise all that he said was correct.
    Το πρώτο επιχείρημα ήταν λανθασμένο, κατά τα άλλα, όσα είπε ήταν σωστά.
    ⮡  The rent is high, but otherwise the house is satisfactory.
    Το νοίκι είναι μεγάλο, αλλά κατά τα αλλά το σπίτι είναι ικανοποιητικό.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη besides
  3. διαφορετικά, (κι) αλλιώς, με διαφορετικό τρόπο από τον τρόπο που αναφέρθηκε
    ⮡  You obviously think otherwise.
    Προφανώς σκέφτεσαι διαφορετικά.
    ⮡  I could not do it otherwise.
    Δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς.
    ⮡  Am I able to do it otherwise?
    Μπορώ να κάνω κι αλλιώς;
    ⮡  If you can, do it otherwise.
    Αν μπορείς κάνε κι αλλιώς.
    ⮡  I thought that our love would last forever, but eventually I was proved otherwise.
    Νόμιζα ότι η αγάπη μας θα άντεχε για πάντα, αλλά τελικά διαψεύσθηκα.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη differently