Επίθετο

επεξεργασία
παραθετικά
θετικός routine
συγκριτικός more routine
υπερθετικός most routine

routine (en)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
routine routines

routine (en)

  • η ρουτίνα
    ⮡  the daily routine - η καθημερινή ρουτίνα



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
routine routines

routine (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη route