routine
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
routine | routines |
routine (fr) θηλυκό
- η ρουτίνα
Συγγενικά επεξεργασία
→ και δείτε τη λέξη route
ενικός | πληθυντικός |
routine | routines |
routine (fr) θηλυκό
→ και δείτε τη λέξη route